Ερνεστ Χέμινγουαιη

Ερνεστ Χέμινγουαιη (1899-1961)

Ξένοι λογοτέχνες
Ο Ernest Hemingway γεννήθηκε το 1899 στο Oak του Ιλινόις.
Από τα παιδικά του χρόνια γνώρισε το πάθος των ταξιδιών που σημάδεψε τη ζωή και το συγγραφικό του έργο. Το 1917 ο Χέμινγουαίη προσλήφθηκε ως ρεπόρτερ στην εφημερίδα Αστέρας του Κάνσας Σίτυ. Τον επόμενο χρόνο δέχτηκε να πάει ως εθελοντής οδηγός ασθενοφόρου στο ιταλικό μέτωπο, όπου πληγώθηκε άσχημα και παρασημοφορήθηκε δύο φορές. Γύρισε στις Η.Π.Α. το 1919 και παντρεύτηκε το 1921. Το 1922 ήταν ανταποκριτής στο ελληνοτουρκικό μέτωπο και δύο χρόνια αργότερα εγκατέλειψε τη δημοσιογραφία για να αφιερωθεί στη λογοτεχνία. Εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου ανανέωσε τις πρώιμες φιλίες του με αμερικανούς αυτοεξόριστους, όπως τον Έζρα Πάουντ και τη Γερτρούδη Στάιν. Η ενθάρρυνση και το ενδιαφέρον που έδειξαν για τα κείμενά του έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του ύφους του Χέμινγουαίη. Τα δύο πρώτα βιβλία του ήταν οι “Τρεις ιστορίες και δέκα ποιήματα” και το “Στον καιρό μας” (1925). Ευρύτερα, όμως έγινε γνωστός με τη σατιρική νουβέλα “Οι χείμαρροι της άνοιξης” (1926), με την οποία και καθιερώθηκε. Η διεθνής του φήμη επιβεβαιώθηκε με τα επόμενα τρία βιβλία του : “Φιέστα” (1926), “Άντρες χωρίς γυναίκες” (1927) και “Αποχαιρετισμός στα όπλα” (1929). Αναμίχθηκε με πάθος στις ταυρομαχίες, “Θάνατος στο απομεσήμερο” (1932), στο κυνήγι άγριων ζώων στην Αφρική, “Οι πράσινοι λόφοι της Αφρικής” (1935), και στο ψάρεμα στην ανοιχτή θάλασσα, “Ο γέρος και η θάλασσα” (1952). Στο κλασικό μυθιστόρημα “Για ποιον χτυπά η καμπάνα” (1940) καταγράφονται οι εμπειρίες του από την παραμονή του στην Ισπανία κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο. Το άμεσο και φαινομενικά απλό ύφος της γραφής του δημιούργησε ολόκληρες γενιές μιμητών, χωρίς όμως σημαντικά αποτελέσματα, ενώ η αναγνώριση της θέσης του στην παγκόσμια λογοτεχνία ήλθε το 1954, όταν τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ. Ο Χέμινγουαίη αυτοκτόνησε το 1961 στο Αϊντάχο.
Μυθιστορήματα
Οι χείμαρροι της άνοιξης – The Torrents of Spring (1925)
Ο ήλιος ανατέλλει ξανά – The Sun Also Rises (1926)
In Another Country (1927)
Αποχαιρετισμός στα όπλα – A Farewell to Arms (1929)
Πράσινοι λόφοι της Αφρικής – Green Hills of Africa (1935)
Να έχεις και να μην έχεις – To Have and Have Not (1937)
Για ποιον χτυπά η καμπάνα – For Whom the Bell Tolls (1940)
Ο κήπος της Εδέμ – The Garden of Eden (1946)
Μέσα απ’ το ποτάμι και στα δένδρα – Across the River and Into the Trees (1950)
Νησιά της Καραϊβικής – Islands in the Stream (1950)
Ο γέρος και η θάλασσα – The Old Man and the Sea (1952)

Αφηγήσεις
Θάνατος το απομεσήμερο – Death in the Afternoon (1932)
Αληθινό με το πρώτο φως – True at First Light (1954)
Το επικίνδυνο καλοκαίρι – The Dangerous Summer (1959-1960)
Μια κινητή γιορτή – A Moveable Feast (1964)

Διηγήματα
Τρεις ιστορίες και δέκα ποιήματα – Three Stories and Ten Poems (1923)
Μια πολύ σύντομη ιστορία – A Very Short Story (1925)
Γάτα στη βροχή – Cat in the Rain (1925)
Στην εποχή μας – In Our Time (1925)
Άντρες χωρίς γυναίκες – Men Without Women (1927)
Οι φονιάδες – The Killers (1927)
Στην προκυμαία της Σμύρνης – On the Quai at Smyrna (1930)
Ο νικητής δεν παίρνει τίποτα – Winner Take Nothing (1933)
Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο – The Snows of Kilimanjaro (1936)
Η πέμπτη στήλη και οι πρώτες 49 ιστορίες – The Fifth Column and the First Forty-Nine Stories (1938)

Οι χείμαρροι της άνοιξης
Οι Χείμαρροι της άνοιξης κατέχουν μοναδική θέση στο έργο του Χέμινγουεϊ, γιατί είναι μια ξεκαρδιστική φάρσα. Γραμμένοι με απλές, σύντομες προτάσεις και με επαναλήψεις λέξεων και φράσεων που επιτείνουν το κωμικό στοιχείο, οι Χείμαρροι της άνοιξης αφηγούνται υποτίθεται τις ερωτικές και άλλες περιπέτειες δύο εργατών σε ένα εργοστάσιο που φτιάχνει αντλίες σε μια μικρή πόλη του βορρά, το Πετόσκι, αλλά ουσιαστικά παρωδούν το Μαύρο γέλιο του Σέργουντ Άντερσον, βρίθοντας ταυτόχρονα από σατιρικές αναφορές στον Τζον Ντος Πάσος, τον Σκοτ Φιτζέραλντ, τον Ντ. Χ. Λώρενς, κ.ά. Αν ο Χέμινγουεϊ είχε αποδείξει με τα έργα του πως ήταν σαφώς από τους μεγαλύτερους Αμερικανούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, στους Χείμαρρους της άνοιξης αποδεικνύεται και μέγας χιουμορίστας.

Ο ήλιος ανατέλλει ξανά
Στο Παρίσι τη δεκαετία του ’20: Περνό, πάρτι και ξενιτεμένοι Αμερικάνοι που ζουν ανέμελα με χρήματα που τους στέλνουν απ’ την πατρίδα. Ο Τζέικ είναι τρελά ερωτευμένος με την Μπρετ Άσλεϊ, μια αριστοκράτισσα με ακατανίκητη ομορφιά, που ωστόσο δε θέλει ή δεν μπορεί να ξεφύγει απ΄την ελαφρότητα του χαρακτήρα της.
Όταν πια το ζευγάρι καταφτάνει στην Ισπανία για να ζήσει την αστραφτερή εμπειρία της “φιέστας” και να γευτεί τη μαγευτική συγκίνηση της ταυρομαχίας, η σχέση του δοκιμάζεται από καινούργια πάθη, καινούργιες ζήλιες.
Ο Έρνεστ Χεμινγουέιη πιάνει την ατμόσφαιρα συγκρατώντας προσεκτικά την πέννα του και δίνει πνοή στους χαρακτήρες του παραλείποντας σκόπιμα σελίδες ολόκληρες που θα μπορούσαν να γραφούν και που μονάχα εννοούνται. Δυναμικό, έντονο, αδρό κι ανεπιτήδευτο, το μυθιστόρημα “Ο ήλιος ανατέλλει ξανά” ήταν αυτό που καθιέρωσε το συγγραφέα. Γνώρισε την επιτυχία και χαρακτηρίσηκε “βίβλος της χαμένης γενιάς”.

Αποχαιρετισμός στα όπλα
Στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πόλεμου ένας νεαρός Αμερικανός κατατάσσεται ως εθελοντής στον Ιταλικό Στρατό και τον στέλνουν στην πρώτη γραμμή. Εκεί γνωρίζει και ερωτεύεται την Εγγλέζα νοσοκόμα Κατερίνα Μπάρκλεϋ. Το ειδύλλιό τους συνεχίζεται και κορυφώνεται σ’ ένα νοσοκομείο στο Μιλάνο, όπου έχει μεταφερθεί εκείνος μετά τον τραυματισμό του στο γόνατο από θραύσμα οβίδας.
Στο μεταξύ, η άμεση επαφή του με τη φρίκη του πολέμου του έχει διαλύσει μια σειρά από αυταπάτες και, όταν παρασυρμένος από το στρόβιλο της γενικής υποχώρησης των Ιταλικών στρατευμάτων κινδυνεύει να τουφεκιστεί εντελώς άδικα από την Ιταλική Στρατιωτική Αστυνομία, αποφασίζει να λιποτακτήσει.
Πράγματι, κατορθώνει να φύγει κρυφά για την Ελβετία παίρνοντας μαζί του και την Κατερίνα και για λίγους μήνες οι δυο εραστές θα ζήσουν τη γαλήνια ευτυχία της αγάπης τους.
Όμως η καταστροφή ενεδρεύει…

Οι πράσινοι λόφοι της Αφρικής
Στο βιβλίο αυτό του Ernest Hemingway βρίσκουν έκφραση η βαθιά χαρά και η απόλαυση για το ίδιο το γεγονός της ζωής. Το κυνήγι στις αφρικανικές πεδιάδες κάτω από τον ανελέητο ήλιο, αποτελεί ένα συγκλονιστικό μέρος αυτής της απόλαυσης. Στη διάρκεια όμως των αδιάκοπων περιπλανήσεών του ανακαλύπτει ο συγγραφέας κάτι περισσότερο από την ηδονή του κυνηγιού. Είναι η αίσθηση της πρωινής δροσιάς πάνω στο γρασίδι, είναι το σχήμα, το χρώμα και η οσμή της γης, η συντροφιά των φίλων… Αυτό που καταλαβαίνουν όλοι, στο τέλος κάθε μέρας, είναι ότι ο χρόνος έχει σταματήσει να μετράει το ίδιο.

Να έχεις και να μην έχεις
Ο Χάρυ Μόργκαν είναι ένας σκληρός άντρας. Έχει θάρρος, είναι αυτάρκης, ξέρει από αλκοόλ και όπλα και πιστεύει, όπως χαρακτηριστικά υποστηρίζει ο ίδιος, ότι “δεν υπάρχει κανένας νόμος που να λέει ότι πρέπει να ζεις πεινασμένος”. Ναυτικός, με δικό του σκάφος, ο Μόργκαν αναγκάζεται να θρέψει την οικογένειά του περνώντας παράνομα από τα σύνορα λαθρομετανάστες ή εγκληματίες κάθε είδους και αποφεύγοντας άλλοτε τις αδέσποτες σφαίρες της Ακτοφυλακής και άλλοτε τις αναπάντεχες προδοσίες. Η πορεία του όμως μοιάζει προδιαγραμμένη, αφού σε αυτόν τον κόσμο ούτε οι “σκληροί” μπορούν να επιβιώσουν ατιμωρητί. Μυθιστόρημα που αν και έμεινε στη σκιά των άλλων, πιο διάσημων έργων του μεγάλου νομπελίστα συγγραφέα, το “Να έχεις και να μην έχεις” κρύβει μέσα του στιγμές μοναδικής αναγνωστικής συγκίνησης και καταδεικνύει, ίσως όσο κανένα άλλο, την κοσμοθεωρία του Χέμινγουεϊ αλλά και την ικανότητά του να δημιουργεί στον αναγνώστη αγωνία για την τύχη των ηρώων του.

Για ποιον χτυπά η καμπάνα
Βασισμένο στις εμπειρίες του από τον Ισπανικό Εμφύλιο, το “Για ποιον χτυπά η καμπάνα” θεωρήθηκε από τους βιβλιοκριτικούς ως το κορυφαίο έργο του συγγραφέα και ένα από τα καλύτερα πολεμικά μυθιστορήματα όλων των εποχών. Περιγράφει τέσσερις μέρες από τη ζωή του ήρωα και πρωταγωνιστή Ρόμπερτ Τζόρνταν, ενός Αμερικανού που έχει σταλεί με την ιδιότητα του δυναμιτιστή, για να ανατινάξει μια στρατηγικής σημασίας γέφυρα. Τέσσερις μονάχα μέρες, στα τέλη της άνοιξης του 1937 στην Ισπανία, και συγκεκριμένα στα δάση γύρω από τη Σεγκόβια. Στη διάρκεια αυτών των κρίσιμων ημερών, ο Τζόρνταν βιώνει συγκλονιστικά τον έρωτα στο πρόσωπο της πανέμορφης και βασανισμένης Μαρίας, το φόβο και την αγωνία σε μια σπαρασσόμενη από τον Εμφύλιο χώρα, την αφοσίωση και τη φιλία, αλλά και τη δεισιδαιμονία στα πρόσωπα των Ισπανών ανταρτών. Παντού γύρω του ελλοχεύει ο θάνατος, που δίνει σε όλα τα συναισθήματα μια ολότελα διαφορετική διάσταση και ένταση.

Ο κήπος της Εδέμ
O “Kήπος της Εδέμ” είναι μια ιστορία έρωτα και ασίγαστου πάθους ενός Αμερικανού συγγραφέα και της γυναίκας του στις μεσογειακές ακτές της Γαλλίας και της Ισπανίας, κατά τη διάρκεια ενός ατέλειωτου μήνα του μέλιτος, που σημαδεύεται καταλυτικά από την παρουσία μιας νεαρής γυναίκας για την οποία νιώθουν και οι δύο μια ακατανίκητη έλξη. Εξιστορώντας την πορεία αυτού του ερωτικού τριγώνου και καταμετρώντας θύματα και επιζώντες, ο Χέμινγουεϊ αποκαλύπτει ένα τρυφερό και ευάλωτο κομμάτι του χαρακτήρα του, ενώ η Κάθριν Μπορν είναι από τις πιο περίπλοκες και πειστικές ηρωίδες του.
O Χέμινγουεϊ άρχισε να γράφει τον “Κήπο της Εδέμ” το 1946 και τον επεξεργαζόταν κατά διαστήματα και με μεγάλα διαλείμματα για τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια, ενώ στη διάρκεια της ίδιας περιόδου έγραφε, μεταξύ άλλων, τα “O γέρος και η θάλασσα” και “Μια κινητή γιορτή”. Εδώ η ερμηνεία που δίνει στον έρωτα και στην τέχνη είναι σκοτεινή και βαθιά, η φαντασία του είναι ζωντανή και ενθουσιώδης, το γράψιμό του αριστοτεχνικό.
O “Κήπος της Εδέμ”, που εκδόθηκε είκοσι πέντε χρόνια μετά το θάνατο του συγγραφέα, είναι ένα ιδιαίτερα τολμηρό και εντυπωσιακά σύγχρονο έργο.

Μέσα απ’ το ποτάμι και στα δένδρα
O πόλεμος μόλις έχει τελειώσει. Στη Βενετία, μια πόλη που εδώ περιγράφεται με κάθε λεπτομέρεια και με αγάπη, ο Ρίτσαρντ Kάντγουελ, ένας Αμερικανός συνταγματάρχης, ερωτεύεται με πάθος τη Ρενάτα, μια νεαρή Ιταλίδα κόμισσα με ένα “προφίλ που μπορούσε να ραγίσει τη δικιά σου την καρδιά, αλλά και οποιουδήποτε άλλου”. O Kάντγουελ είναι ένας άντρας σημαδεμένος από τον πόλεμο, που θα μπορούσε να είναι πατέρας της. Όμως τον έχει κατακυριεύσει αυτός ο ανυπόκριτος και δροσερός έρωτας που του προσφέρει η Ρενάτα. Δεν βρισκόμαστε όμως μπροστά σ’ ένα παραμύθι. O πόλεμος μπορεί να έχει τελειώσει, αλλά οι πληγές του δεν έχουν επουλωθεί. Και για μερικούς η πολυπόθητη ειρήνη έρχεται πολύ αργά.
Ένα από τα πιο δυνατά και σπαρακτικά μυθιστορήματα που έγραψε ο Χέμινγουεϊ, με κύριο θέμα την ανικανότητα του ανθρώπου να αιχμαλωτίσει τα χαμένα του νιάτα, το πρώτο που έγραψε μετά το “Για ποιον χτυπά η καμπάνα”, το οποίο είχε εκδοθεί δέκα χρόνια πρωτύτερα.

Νησιά της Καραϊβικής
Δημοσιευμένα για πρώτη φορά το 1970, εννέα χρόνια μετά τον θάνατο του Έρνεστ Χέμινγουεϊ, τα Νησιά της Καραϊβικής αφηγούνται την ιστορία ενός καλλιτέχνη και τυχοδιώκτη – ενός ανθρώπου που μοιάζει πολύ στον ίδιο τον συγγραφέα. Ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1930, το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή του Τόμας Χάντσον, περιγράφοντας τόσο τις εμπειρίες του ως ζωγράφου στο νησί Μπίμινι στο «Ρεύμα του Κόλπου», όσο και τη δράση του κατά των υποβρυχίων ανοιχτά των ακτών της Κούβας στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου διαδραματίζεται σ’ ένα μπαρ της Αβάνας, όπου μια σειρά από αξέχαστους χαρακτήρες –μεταξύ αυτών και μια γερασμένη πόρνη που ανήκει στα πλέον ζωηρά δημιουργήματα του συγγραφέα– επιδίδεται σε απολαυστικούς διαλόγους. Σε τούτη την εξωτική, σαγηνευτική ιστορία ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ βρίσκεται στο απόγειο της λογοτεχνικής του ωριμότητας. Ο ίδιος συνέβαλε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο συγγραφέα του εικοστού αιώνα στην αλλαγή ύφους της αγγλοσαξονικής πεζογραφίας και για το έργο του αυτό τιμήθηκε το 1954 με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Ο γέρος και η θάλασσα
Ο Σαντιάγο, ένας γέρος μοναχικός ψαράς που οι άλλοι θεωρούν γρουσούζη, θα δώσει τη μεγαλύτερη κι ίσως την τελευταία μάχη του με τον μεγάλο ξιφία στα ανοιχτά της Κούβας.
Θα χρησιμοποιήσει όλη τη μαστοριά, το μυαλό και την τέχνη του. Τρεις μέρες θα κρατήσει η μάχη κι ο Σαντιάγο θα νικήσει. Όταν αργά την τρίτη νύχτα, θα μπει στο λιμάνι, δίπλα στη μικρή του βάρκα θα πλέει μονάχα το άσπρο κόκαλο από το τεράστιο ψάρι που καταβρόχθισαν στη διαδρομή τους οι καρχαρίες. Μια σημαντική στιγμή της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ένα από τα αξεπέραστα έργα του μεγάλου νομπελίστα συγγραφέα, το σπουδαιότερο ίσως κείμενο που γράφτηκε ποτέ για τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση.

Θάνατος το απομεσήμερο
“Με το που δέχεσαι για το θάνατο το “ου φονεύσεις”, είναι εντολή που εύκολα κι αυθόρμητα υπακούς. Όταν όμως ένας άνθρωπος είναι ακόμη εξεγερμένος ενάντια στο θάνατο, απολαμβάνει το να υιοθετεί ένα από τα θεϊκά χαρακτηριστικά, δηλαδή το να θανατώνει ο ίδιος. Είναι από τα βαθύτερα συναισθήματα όσων απολαμβάνουν το να σκοτώνουν. Είναι κάτι που γίνεται με περηφάνια, και φυσικά η περηφάνια είναι χριστιανικό αμάρτημα και ειδωλολατρική αρετή. Αλλά η περηφάνια γεννά την ταυρομαχία και την αληθινή απόλαυση της θανάτωσης, που πλάθει τον μεγάλο ματαδόρ.”
Το “Θάνατος το απομεσήμερο” είναι από τα πιο σημαντικά βιβλία που γράφτηκαν ποτέ για τις ταυρομαχίες, αλλά δεν είναι αυτό μόνο. Με γλώσσα καθαρά λογοτεχνική, ο Χέμινγουεϊ βρίσκει εδώ την ευκαιρία να μιλήσει όχι μόνο για την Ισπανία και τους ανθρώπους της αλλά και για τη λογοτεχνία, την τέχνη, την τιμή, την ανδρεία, το θάνατο, με τρόπο ευθύ κι ωμό, συχνά συγκινητικό, κάποτε
προκλητικό ή κι εξοργιστικό ακόμα.

Αληθινό με το πρώτο φως
“Είμαι μυθιστοριογράφος, άρα είμαι κι εγώ ψεύτης και επινοώ απ’ ό,τι ξέρω κι απ’ ό,τι έχω ακούσει. Είμαι ένας ψεύτης και η δικαιολογία μου είναι ότι, επινοώντας την αλήθεια, την κάνω πιο αληθινή απ’ όσο θα ήταν. Αυτό κάνει ένα συγγραφέα καλό ή κακό. Αν γράψω στο πρώτο πρόσωπο, δηλώνοντας ότι είναι μυθιστορία, οι κριτικοί θα εξακολουθήσουν εντούτοις να προσπαθούν να αποδείξουν ότι αυτά τα πράγματα ποτέ δεν μου συνέβησαν. Είναι τόσο ανόητο όσο το να προσπαθείς να αποδείξεις ότι ο Ντεφόε δεν ήταν ο Ροβινσώνας Κρούσος, κι επομένως το βιβλίο είναι κακό”.
Το “Αληθινό με το πρώτο φως”, με θέμα το ταξίδι του Χέμινγουεϊ στην Κένυα το 1953-1954, είναι ένα μυθιστόρημα με έντονα τα αυτοβιογραφικά στοιχεία, γραμμένο κι αυτό, όπως και οποιοδήποτε άλλο του βιβλίο, με το απαράμιλλο ύφος του. Εκδόθηκε μετά θάνατον από το γιο του Πάτρικ, ο οποίος αναφέρεται σε αυτό ως ένα “παιδικό αρκουδάκι” που θέλει να παίρνει μαζί του στο κρεβάτι, κάθε νύχτα, πριν κοιμηθεί…

Στη εποχή μας
Η συλλογή αυτή είναι το πρώτο βιβλίο που εξέδωσε στις ΗΠΑ ο Χέμινγουεϊ μετά την επιστροφή του από την Ευρώπη (1925). Στις περισσότερες ιστορίες, ήρωάς του είναι ο Νικ Άνταμς, ένα είδος alter ego του συγγραφέα, τον οποίο γνωρίζουμε τραυματισμένο από τον πόλεμο και τον αποχαιρετάμε με μια σκηνή ψαρέματος σε αμερικάνικη λίμνη. Γραμμένα στην πιο γόνιμη περίοδο του Χέμινγουεϊ, τα διηγήματα αυτά συγκαταλέγονται στις καλύτερες δουλειές του νομπελίστα συγγραφέα και χαρακτηρίζονται από μια μορφική και θεματολογική ενότητα, ενότητα που έσπρωξε πολλούς κριτικούς να χαρακτηρίσουν το “Στην εποχή μας” “σπονδυλωτό μυθιστόρημα”, “μυθιστόρημα μύησης” ή “ενότητα διηγημάτων”. Από τα βιβλία που άλλαξαν τη μορφή της αμερικανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα.

Πηγές: Biblionet, Wikipedia, Εκδόσεις Καστανιώτη, Πλέθρον, Μίνωας, Κέδρος, Νεφέλη, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι., Αγγελάκη Εκδόσεις